Τιμάμε τη μνήμη των παράτολμων και γενναίων επαναστατών, που δεν δείλιασαν μπροστά στην υπεροπλία του δυνάστη και άνοιξαν τον δρόμο προς την ελευθερία, τόνισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, από το Αγρίνιο, όπου παρέστη στις επετειακές εκδηλώσεις για την απελευθέρωση της πόλης.
Η κ. Σακελλαροπούλου παρέστη στη δοξολογία στον ναό Ζωοδόχου Πηγής, προεξάρχοντος του μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας, Κοσμά και αμέσως μετά κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο πεσόντων, στην πλατεία Μαρίας Δημάδη, όπου δήλωσε: «Γιορτάζουμε σήμερα την απελευθέρωση του Αγρινίου από τον τουρκικό ζυγό. Την κατάληψη του Βραχωρίου, όπως λεγόταν τότε το Αγρίνιο, πανίσχυρο στρατιωτικό κέντρο της Δυτικής Ελλάδας, από μια χούφτα Έλληνες.
Τιμάμε τη μνήμη των παράτολμων και γενναίων επαναστατών, που δεν δείλιασαν μπροστά στην υπεροπλία του δυνάστη, ούτε πτοήθηκαν από τη φρουριακή μορφή της πόλης, αλλά κατέλυσαν την τυραννία και άνοιξαν τον δρόμο προς την ελευθερία.
Διακόσια χρόνια μετά, η αγάπη τους για την πατρίδα και ο ηρωισμός τους εξακολουθούν να μας εμπνέουν και να μας ενδυναμώνουν».
Στη συνέχεια, η κ. Σακελλαροπούλου μετέβη στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου, όπου ανακηρύχθηκε επίτιμη δημότης του Δήμου Αγρινίου και της επιδόθηκε το χρυσό κλειδί της πόλης.
Απαντώντας στην προσφώνηση του δημάρχου, Γιώργου Παπαναστασίου, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξέφρασε τη χαρά και τη συγκίνησή της για την παρουσία της στην επέτειο της απελευθέρωσης του Αγρινίου από τον τουρκικό ζυγό, «την ίδια μέρα που το Βραχώρι, όπως λεγόταν τότε το Αγρίνιο, πανίσχυρο στρατιωτικό κέντρο της Δυτικής Ελλάδας, έπεσε στα χέρια των Ελλήνων, μετά από αιώνες σκλαβιάς. Τιμάμε τη μνήμη των παράτολμων επαναστατών που δεν δείλιασαν μπροστά στην υπεροπλία του δυνάστη, ούτε πτοήθηκαν από τη φρουριακή μορφή της πόλης, αλλά συνδυάζοντας πανουργία και γενναιότητα, τύχη και πολεμική ευφυΐα, κατάφεραν να μπουν στο Βραχώρι και να το κυριεύσουν. Ο πόθος για την ελευθερία ήταν αυτός που φλόγιζε τις καρδιές τους και όπλιζε το χέρι τους. Κι ας ήταν προσωρινή αυτή η ελευθερία. Η ανακατάληψη όμως της Ρούμελης από τον Κιουταχή δεν θα διαρκέσει, η πόλη θα προσυπογραφεί οριστικά στα σύνορα του ελεύθερου ελληνικού κράτους το 1832 και το Βραχώρι θα ξαναπάρει την αρχαία του ονομασία, Αγρίνιο».
Εν συνεχεία αναφέρθηκε στη σταδιακή ανάπτυξη του Αγρινίου, που έφτασε να γίνει, στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, μια πόλη ζωντανή, δημιουργική, πλούσια, και τόνισε ότι «το μέσον ήταν ο καπνός, το πικρό και χρυσοφόρο βοτάνι, όπως το ονόμασε ένας ντόπιος ποιητής, το προϊόν που απαιτεί πολλά χέρια και σκληρή δουλειά, αλλά ανταποδίδει τον μόχθο». Ειδική αναφορά έκανε στις γυναίκες εκείνης της εποχής, αλλά και στους πρόσφυγες, σημειώνοντας: «Σκέφτομαι τις γυναίκες, καπνοφύτισσες και καπνεργάτριες. 'Αοκνες συμμέτοχοι σε όλα τα στάδια της καπνοπαραγωγής, δημιούργησαν έναν πολιτισμό εργασίας που σφράγισε με τον απόηχό του τα τραγούδια και τα παραμύθια με τα οποία γαλουχήθηκε η παλιότερη γενιά. Σκέφτομαι τους πρόσφυγες που μετά τη μικρασιατική συμφορά βρήκαν εδώ μια φιλόξενη πατρίδα και με την εργασία, την καλαισθησία, την πλούσια παράδοσή τους, συνέβαλα